Στη χώρα μας κάθε χρόνο 2.500 περίπου συνάνθρωποι μας χάνουν τη ζωή τους, 32.000 τραυματίζονται ενώ κάποιοι από αυτούς καταλήγουν με μόνιμη αναπηρία.

Μέχρι πρόσφατα η αποτίμηση των συνεπειών του ‘ακήρυκτου πολέμου της ασφάλτου’ ήταν στραμμένη στις απώλειες ζωής, στους τραυματισμούς, στα οικονομικά μεγέθη που προκύπτουν από τις ζημιές και στην περίθαλψη των θυμάτων. Ευτυχώς τα τελευταία χρόνια υπήρξε μια έντονη συνειδητοποίηση του γεγονότος ότι υπάρχουν σοβαρές δευτερογενείς συνέπειες οι οποίες πλήττουν για πολλά χρόνια τις οικογένειες των θυμάτων αλλά και όσα από τα θύματα επιζούν από το τροχαίο.

Η Ευρωπαϊκή Ομοσπονδία Θυμάτων Οδικής Κυκλοφορίας (F.E.V.R.-1995) δημοσίευσε τα εξής πορίσματα από την έρευνα της: Το 90% των οικογενειών των θανόντων και το 85% των οικογενειών των ανάπηρων θυμάτων δηλώνουν σημαντική ως δραματική υποβάθμιση της ποιότητας της ζωής τους.  Συνεπώς, ένα τροχαίο ατύχημα, ακόμα και αν δεν είναι θανατηφόρο, αλλά έχει οδηγήσει σε μακρόχρονη νοσηλεία, αναπηρία ή σοβαρή οργανική- ψυχολογική βλάβη, προκαλεί δυσάρεστες μακροχρόνιες συνέπειες σε επίπεδο οργανικό, ψυχικό, κοινωνικό, οικονομικό.

 Η πτώση της ποιότητας ζωής και του επιπέδου διαβίωσης, είναι δραματική, ενώ η ψυχολογική επιβάρυνση των οικογενειών των θανόντων ή αυτών που καθίστανται ανάπηροι είναι μακροχρόνια και αποτελεί την αιτία για πολλές οργανικές και ψυχολογικές διαταραχές. Τα μισά θύματα στην έρευνα που διεξήχθη από την F.E.V.R. δήλωσαν ότι η κατάσταση τους -ψυχολογική και σωματική- σταθεροποιήθηκε μέσα σε τρία χρόνια, ενώ για τους υπόλοιπους αυτό συνέβη πολύ αργότερα ή και ποτέ.

Ειδικότερα, το 72% των συγγενών του θανόντα έως και για τρία χρόνια μετά το ατύχημα χάνει το ενδιαφέρον του για τις καθημερινές δραστηριότητες, αντιμετωπίζει σεξουαλικά προβλήματα, ενώ το 37% σκέφτεται ακόμα και την αυτοκτονία. Επίσης, το 70% παρουσιάζει δυσκολίες στην οδήγηση, το 49% χάνει γενικά την αυτοπεποίθηση του, το 46% έχει τάσεις μελαγχολίας, το 27% φοβίες, το 35% διαταραχές φαγητού ενώ το 78% αναπτύσσει αισθήματα θυμού και μνησικακίας. Μετά την παρέλευση των τριών χρόνων τα παραπάνω ποσοστά μειώνονται μόνο κατά δέκα ποσοστιαίες μονάδες, ένδειξη μακροχρόνιας και σε κάποιες περιπτώσεις μόνιμης διαταραχής.  Οι συγγενείς των ανάπηρων θυμάτων αλλά και τα ίδια τα θύματα παρουσιάζουν παρόμοια συμπτώματα -με εξαίρεση την τάση για αυτοκτονία- που μετά τα τρία χρόνια όμως μπορεί και να αυξηθούν κατά πέντε μονάδες.

Παραδόξως τα ίδια τα θύματα φαίνεται να είναι ελαφρώς καλύτερα ψυχολογικά από τους συγγενείς τους όσον αφορά τη φοβία και τις διαταραχές τροφής.

Πηγή: www.eviaportal.gr